ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΑΣΘΕΝΗ

ΠΟΤΕ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ Ο ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΑΣΘΕΝΗΣ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΤΑΙ ΤΟΝ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΑΚΤΙΚΟ ΕΠΑΝΕΛΕΓΧΟ

 

Οι παθήσεις που αφορούν το καρδιαγγειακό σύστημα ανήκουν, με πολύ λίγες εξαιρέσεις, στην κατηγορία των χρονίων παθήσεων. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι ο ασθενής που παρουσιάζει κάποια καρδιολογική ή άλλη συναφή πάθηση πρέπει να αντιληφθεί ότι αυτή θα τον συνοδεύει σε όλη την υπόλοιπη ζωή του, και ότι, ακόμα και αν η οξεία διαταραχή έχει παρέλθει, θα παραμένει πάντοτε καρδιολογικός ασθενής.

Δυστυχώς πολλοί ασθενείς θεωρούν το καρδιολογικό τους πρόβλημα ως μια περιστασιακή διαταραχή της υγείας τους η οποία παρήλθε και πιθανώς δεν θα τους απασχολήσει ξανά, αντίληψη εντελώς λανθασμένη. Έτσι, σταδιακά αδρανεί η προσήλωση τους στη φαρμακευτική αγωγή (σπανιότερα) και στις κλινικές οδηγίες (πολύ συχνότερα) που έχουν λάβει από το θεράποντα καρδιολόγο τους, ενώ ακόμη συχνότερα δεν προβαίνουν σε κανέναν προγραμματισμένο τακτικό κλινικό επανέλεγχο, σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν εκδώσει οι 2 μεγάλες καρδιολογικές εταιρείες (Ευρωπαϊκή και Αμερικανική).

Ο καρδιολογικός ασθενής οφείλει να συνειδητοποιήσει τη στενή σχέση και επικοινωνία που πρέπει να έχει και να διατηρεί με το θεράποντα καρδιολόγο του. Η συχνότητα και το είδος της επανεκτίμησης, που πρέπει να έχει, εξαρτάται από το είδος της πάθησής του, με μεγαλύτερη χρονική απόσταση καρδιολογικής επανεκτίμησης να θεωρείται αυτή του 1 έτους μεταξύ των επισκέψεών του στον ιατρό του.

Αναλόγως της εκάστοτε πάθησης, ο τακτικός καρδιολογικός επανέλεγχος πρέπει να πραγματοποιείται ως εξής:

 

  1. Προδιαθεσικοί παράγοντες για καρδιαγγειακή νόσο (αρτηριακή υπέρταση, δυσλιπιδαιμία, σακχαρώδης διαβήτης, κάπνισμα, θετικό οικογενειακό ιστορικό στεφανιαίας νόσου)

Η συχνότητα καρδιολογικής εξέτασης του ασθενούς εξαρτάται πρακτικά από τον αριθμό και την βαρύτητα των παραγόντων κινδύνου που παρουσιάζει. Επιπλέον, η συνύπαρξη περισσοτέρων του 1 παραγόντων κινδύνου ενισχύει την καρδιαγγειακή επίπτωση του καθενός από αυτούς μεμονωμένα, ενώ μπορεί να εμφανίζονται και βλάβες στα όργανα στόχους αυτών (καρδιά, νεφρά, αγγεία). Για το λόγο αυτό υπάρχουν στην διάθεση του καρδιολόγου εργαλεία υπολογισμού του συνολικού καρδιαγγειακού κινδύνου, με πιο διαδομένο και αποδεκτό το επονομαζόμενο SCORE, με το οποίο υπολογίζεται ο 10ετής κίνδυνος για πρόκληση θανατηφόρου καρδιαγγειακού επεισοδίου, με βάση τους παράγοντες κινδύνου του ασθενούς. Ο κίνδυνος για οποιαδήποτε ΜΗ θανατηφόρο καρδιαγγειακό επεισόδιο είναι κατ’ ουσίαν πολύ μεγαλύτερος (περίπου 3πλάσιος) από αυτόν που προκύπτει με το συγκεκριμένο σύστημα εκτίμησης καρδιαγγειακού κινδύνου.

Όταν λοιπόν ο ασθενής έχει SCORE που αντιστοιχεί στην κατηγορία του μετρίου καρδιαγγειακού κινδύνου και περισσότερο, οφείλει να εξετάζεται από τον καρδιολόγο του (κλινική εξέταση, ΗΚΓ, παρακλινικός αιματολογικός έλεγχος) τουλάχιστον 1 φορά/έτος, ενώ ο αιματολογικός έλεγχος μπορεί να επαναληφθεί και ενδιάμεσα στο έτος, εφόσον πρόκειται για κάποιο παράγοντα κινδύνου εξεζητημένα αυξημένο (σάκχαρο, χοληστερίνη) ή προς έλεγχο αποτελεσματικότητος της φαρμακευτικής αγωγής που του έχει δωθεί για το λόγο αυτό.

Πρακτικά, ένας ασθενής που έχει 3 ή και περισσότερους (από τους 5) παράγοντες κινδύνου, ανεξαρτήτως των τιμών και της βαρύτητος αυτών, έχει σακχαρώδη διαβήτη ή έχει μετρίου (ή σοβαρότερου) βαθμού νεφρική ανεπάρκεια, ανήκει αυτομάτως στην κατηγορία των ασθενών υψηλού κινδύνου και πρέπει οπωσδήποτε να παρακολουθείται από τον καρδιολόγο του τουλάχιστον 1 φορά/έτος.

 

  1. Γνωστή στεφανιαία νόσος (χρονία στεφανιαία νόσος, ιστορικό εμφράγματος μυοκαρδίου, ιστορικό επαναιματώσεως στο παρελθόν, ισχαιμική μυοκαρδιοπάθεια)

Ένας ασθενής που έχει γνωστή στεφανιαία νόσο θα πρέπει να παρακολουθείται από τον καρδιολόγο του τουλάχιστον 1 φορά/έτος, αλλά και ακόμη συχνότερα, σε κάθε μεταβολή του είδους ή της έντασης των συμπτωμάτων του. Ο ετήσιος έλεγχος του θα πρέπει να περιλαμβάνει οπωσδήποτε κλινική εξέταση, ΗΚΓ και παρακλινικό αιματολογικό έλεγχο. Επιπλέον, σε περίπτωση που έχει υποβληθεί σε επέμβαση επαναιμάτωσης, θα πρέπει να υποβληθεί σε κάποια λειτουργική δοκιμασία ισχαιμίας (κατά σύσταση Stress Echo) μετά από 2 έτη από την αγγειοπλαστική ή 5 έτη από την αορτοστεφανιαία παράκαμψη. Σε περίπτωση ισχαιμικής μυοκαρδιοπάθειας (καρδιακής ανεπαρκείας), ο ασθενής θα πρέπει να υποβάλλεται τακτικά και σε Triplex καρδιάς, εξέταση στην οποία θα πρέπει να υποβάλλεται και οποιοσδήποτε ασθενής εμφανίσει σημεία πρωτοεμφανιζόμενης ή απορρυθμισμένης καρδιακής ανεπάρκειας (π.χ. οιδήματα κάτω άκρων, ανεξήγητη αύξηση σωματικού βάρους από κατακράτηση υγρών, δύσπνοια κατακλίσεως)

 

  1. Γνωστή καρδιακή ανεπάρκεια

Ένας ασθενής που έχει γνωστή καρδιακή ανεπάρκεια θα πρέπει αν παρακολουθείται από τον καρδιολόγο του τουλάχιστον 1 φορά/έτος, αλλά και ακόμη συχνότερα, σε κάθε μεταβολή του είδους ή της έντασης των συμπτωμάτων του. Ο ετήσιος έλεγχος του θα πρέπει να περιλαμβάνει οπωσδήποτε κλινική εξέταση, ΗΚΓ και παρακλινικό αιματολογικό έλεγχο, Triplex καρδιάς αλλά και Holter ρυθμού, εφόσον πρόκειται για ασθενή με μέτρια και σοβαρά επηρεασμένο κλάσμα εξωθήσεως (≤35%), καθώς η τελευταία παράμετρος προδιαθέτει σε σοβαρές, επικίνδυνες για τη ζωή αρρυθμίες που μπορεί να μη γίνονται καν κλινικά αντιληπτές από τον ασθενή.

 

  1. Περικαρδίτιδα / Περικαρδιακή συλλογή

Ένας ασθενής που διαγιγνώσκεται με περικαρδίτιδα / περικαρδιακή συλλογή θα πρέπει να παρακολουθείται με Triplex καρδιάς σε χρονικά διαστήματα τα οποία καθορίζονται, όχι τόσο από την ποσότητα, αλλά από το χρόνο έναρξης και το ρυθμό αύξησης της συλλογής. Έτσι, θα πρέπει να υποβάλλεται πολύ γρήγορα στον επόμενο έλεγχο με Triplex καρδιάς, ακόμα και σε καθημερινή βάση, μετά την αρχική διάγνωση οξείας περικαρδίτιδος ή στην περίπτωση που δίδεται η εικόνα επηρεασμού των αιμοδυναμικών παραμέτρων της καρδιακής λειτουργίας από την περικαρδιακή συλλογή. Εάν πρόκειται για χρόνιες συλλογές, ή εάν δεν επηρεάζονται καθόλου οι αιμοδυναμικές παράμετροι της καρδιακής λειτουργίας, το Triplex καρδιάς μπορεί να γίνει σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα (ανά βδομάδα ή και πολύ αραιότερα, ανάλογα με τη χρονιότητα της συλλογής).

 

  1. Μυοκαρδίτιδα

Ένας ασθενής που διαγιγνώσκεται με μυοκαρδίτιδα θα πρέπει να παρακολουθείται με Triplex καρδιάς σε τακτικά χρονικά διαστήματα και μέχρι την βελτίωση (και κατ’ ευχήν αποκατάσταση) της συστολικής λειτουργίας της αριστεράς κοιλίας. Επιπλέον, θα πρέπει να παρακολουθείται και με Holter ρυθμού, καθώς η μυοκαρδίτιδα σχετίζεται με καρδιακές αρρυθμίες, το οποίο μπορεί να επαναληφθεί, αναλόγως των αρχικών ευρημάτων της συμπτωματολογίας του ασθενούς και της χρονιότητας της φλεγμονής. Κατά κανόνα θα πρέπει να υποβληθεί ο ασθενής και σε MRI καρδιάς, η οποία παίζει καίριο ρόλο κυρίως στην επιβεβαίωση της διάγνωσης.

 

  1. Μυοκαρδιοπάθειες (Υπερτροφική, Διατατική, Περιοριστική, Αρρυθμιογόνος)

Ένας ασθενής που διαγιγνώσκεται με μυοκαρδιοπάθεια θα πρέπει να παρακολουθείται με Triplex καρδιάς τουλάχιστον 1 φορά/έτος για παρακολούθηση της εξέλιξης της νόσου του. Επιπλέον, θα πρέπει να παρακολουθείται και με Holter ρυθμού τουλάχιστον 1 φορά/έτος ή μετά την εμφάνιση σχετικής συμπτωματολογίας (π.χ. συγκοπικού επεισοδίου), καθώς η υπερτροφική και αρρυθμιογόνος κατά κανόνα, και, κατά δεύτερο λόγο, η διατατική μυοκαρδιοπάθεια, σχετίζονται με επικίνδυνες για τη ζωή αρρυθμίες, οι οποίες, και αν πιστοποιηθούν, επιβάλουν την εφαρμογή ειδικής φαρμακευτικής και επεμβατικής θεραπείας (εμφύτευση βηματοδότη/απινιδωτή). Κατά κανόνα θα πρέπει να υποβληθεί ο ασθενής και σε MRI καρδιάς, η οποία παίζει καίριο ρόλο κυρίως στην επιβεβαίωση της διάγνωσης.

 

  1. Βαλβιδοπάθειες

Ένας ασθενής που διαγιγνώσκεται με βαλβιδοπάθεια θα πρέπει ιδανικά να παρακολουθείται με Triplex καρδιάς τουλάχιστον 1 φορά/έτος για παρακολούθηση της εξέλιξης της νόσου του. Το Triplex καρδιάς μπορεί να επαναλαμβάνεται ακόμη συχνότερα, εάν πρόκειται για μετρίου και μεγαλυτέρου βαθμού βαλβιδοπάθεια, ενώ σε σοβαρού βαθμού βαλβιδοπάθεια, το μέγιστο χρονικό διάστημα διενέργειας Triplex καρδιάς είναι αυτό του 6μήνου (2 φορές/έτος). Εάν ο ασθενής έχει υποβληθεί σε επέμβαση αντικατάστασης βαλβίδος, θα πρέπει να παρακολουθείται με Triplex καρδιάς τουλάχιστον 1 φορά/έτος προς έλεγχο και επιβεβαίωση της καλής λειτουργίας αυτής.

 

  1. Αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια ή συγκοπικά επεισόδια αγνώστου αιτιολογίας

Ασθενείς που έχουν περάσει κάποιο ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (ΑΕΕ) υποβάλλονται κατά κανόνα σε Holter ρυθμού ως αρχικό έλεγχο (μαζί με Triplex καρωτίδων). Ωστόσο, σε περίπτωση επανειλημμένων ΑΕΕ, οι ασθενείς υποβάλλονται σε επαναληπτικούς ελέγχους με Holter ρυθμού, αλλά και σε Διοισοφάγειο Υπερηχοκαρδιογράφημα για έλεγχο παρουσίας θρόμβων εντός των καρδιακών κοιλοτήτων (κατά κανόνα στο ωτίο του αριστερού κόλπου).  

Αντιστοίχως, ασθενείς που έχουν παρουσιάσει κάποιο συγκοπικό επεισόδιο υποβάλλονται σε Triplex καρδιάς και Holter ρυθμού ως αρχικό έλεγχο, και, εφόσον παρουσιάζουν υποτροπιάζοντα συγκοπικά επεισόδια, υποβάλλονται σε επαναληπτικούς ελέγχους με Holter ρυθμού ή και καταγραφείς μεγαλυτέρων χρονικών διαστημάτων (π.χ. Implantable Loop Recorders) προς αποσαφήνιση της αιτιολογίας των συγκοπικών επεισοδίων.

 

  1. Αρρυθμίες

Ένας ασθενής που διαγιγνώσκεται με αρρυθμίες (από το ΗΚΓ ή το Holter ρυθμού) θα πρέπει να υποβληθεί σε Holter ρυθμού (εάν δεν έχει ήδη υποβληθεί) και σε Triplex καρδιάς ως αρχικό έλεγχο, για να διευκρινιστεί η φύση, η σοβαρότητα και η ενδεχόμενη υποκείμενη νόσος. Έκτοτε, και αναλόγως της φύσεως και της σοβαρότητος της αρρυθμίας, θα πρέπει να υποβάλλεται τακτικά (1 ή 2 φορές/έτος) σε έλεγχο με Holter ρυθμού, για να πιστοποιείται και να επανελέγχεται η φύση (υπερκοιλιακή ή κοιλιακή) και η μορφή της αρρυθμίας, ενώ σε συγκεκριμένες αρρυθμίες (όπως η κολπική μαρμαρυγή) είναι καλό να επαναλαμβάνεται τακτικά το Holter ρυθμού με σκοπό την εκτίμηση της μέσης συχνότητος ή το συσχετισμό της αρρυθμίας με την παρουσία αναλόγων συμπτωμάτων.

 

  1. Αορτική Νόσος

Ένας ασθενής που διαγιγνώσκεται με διάταση ή ανεύρυσμα αορτής, θα πρέπει να παρακολουθείται με Triplex καρδιάς 1 φορά/έτος, εφόσον η διάμετρος της αορτής είναι < 50 mm και κάθε 6μηνο (2 φορές/έτος) εάν είναι ≥ 50 mm, ή εάν ο ρυθμός αύξησης της διαμέτρου της αορτής είναι ταχύς (> 2 mm/έτος).